Παρασκευή 17 Μαΐου 2024

Η μηχανή ιδιοποίησης αλλότριων παθών

Πώς η εγκεφαλική μηχανή της ενσυναίσθησης επιτρέπει στον άνθρωπο και σε άλλα ζώα να υπερβαίνουν τα αυτιστικά τους όρια;

Ο επιστημονικός όρος «ενσυναίσθηση» δεν είναι απλώς ένας επιστημονικός νεολογισμός αλλά μια θεμελιώδης νοητική λειτουργία: αναφαίρετο δομικό και λειτουργικό συστατικό των σχέσεών μας με τους άλλους, αλλά και με τον έμβιο κόσμο που μας περιβάλλει.


Η πιο πρόσφατη, νεωτερική εκδοχή της σκοτεινής νοητικής λειτουργίας της ενσυναίσθησης θα μπορούσε να αναζητηθεί στα κείμενα των ρομαντικών συγγραφέων του δέκατου ένατου αιώνα Herder και Novalis, οι οποίοι θεωρητικοποίησαν την υπερβατική εμπειρία ενότητας της υποκειμενικής ψυχής με τις άλλες ψυχές και κυρίως με τη Φύση. Εν τούτοις, μόνο μετά το 1906, με τη δημοσίευση της μονογραφίας του Γερμανού φιλόσοφου-ψυχολόγου Theodor Lipps με τίτλο «Ενσυναίσθηση και αισθητική απόλαυση», η έννοια αυτή θα αρχίσει να κάνει δειλά δειλά την εμφάνισή της στα φιλοσοφικά σαλόνια της Κεντρικής Ευρώπης. Σύμφωνα με τον Lipps, η ενσυναίσθηση αποτελεί την αναγκαία συνθήκη όχι μόνο κάθε αισθητικής εμπειρίας αλλά και της βαθύτερης ενότητας του υποκειμένου με τον κόσμο που τον περιβάλλει.

Το επόμενο αποφασιστικό βήμα στην εξέλιξη αυτής της έννοιας θα πραγματοποιηθεί χάρη στην πρωτοποριακή φαινομενολογική προσέγγιση της Edith Stein, νεαρής μαθήτριας του μεγάλου φιλόσοφου Ε. Husserl. Το 1916 στη διδακτορική της διατριβή με τίτλο «Περί του προβλήματος της ενσυναίσθησης», η Stein θα καταφέρει να μετατρέψει σε φιλοσοφικό πρόβλημα ό,τι μέχρι τότε ήταν ένα «βασανιστικό αίνιγμα», όπως ο ίδιος ο Husserl είχε περιγράψει την ενσυναίσθηση. Για τη νεαρή Εβραία φιλόσοφο, αντίθετα, η ενσυναίσθηση αποτελεί την κοινή ανθρώπινη εμπειρία «που βρίσκεται στη βάση όλων των μορφών νόησης μέσω των οποίων προσεγγίζουμε ένα άλλο πρόσωπο».

Πρόκειται, σύμφωνα με τη Stein, για το φαινομενικά παράδοξο ενέργημα νοητικής αυθυπέρβασης, μέσω της οποίας γίνεται οικεία η αλλότρια πραγματικότητα της εμπειρίας των άλλων, ό,τι εμείς δεν είμαστε, ό,τι δεν έχουμε ακόμη βιώσει και, ενδεχομένως, ό,τι δεν θα βιώναμε ποτέ. Αυτό το βιωματικά ανοίκειο χάρη στην ενσυναίσθηση μετατρέπεται σε συστατικό στοιχείο της βαθύτατης και διευρυμένης νοητικά εμπειρίας μας αυτού που υπάρχει πέρα και έξω από εμάς.
Από τη φαινομενολογία στην ψυχολογία της ενσυναίσθησης


Αποτελεί ασφαλώς τραγική ειρωνεία της Ιστορίας το ότι η πρώτη σοβαρή ερευνήτρια και θεωρητικός της ενσυναίσθησης θα πέσει η ίδια θύμα της ανύπαρκτης ενσυναίσθησης των ναζί: αφού, λόγω της εβραϊκής καταγωγής της, η Stein θα μεταφερθεί σε στρατόπεδο συγκέντρωσης και θα εξοντωθεί σε έναν θάλαμο αερίων. Πολλές δεκαετίες αργότερα, ωστόσο, οι πρωτοποριακές διαισθήσεις της Stein θα επιβεβαιωθούν από την επιστημονική διερεύνηση των φαινομένων της ενσυναίσθησης και ειδικότερα από τις σχετικές ψυχολογικές, ηθολογικές και τις πιο πρόσφατες νευροβιολογικές έρευνες των εκδηλώσεών της.

Σε ό,τι αφορά το πεδίο των ψυχολογικών ερευνών, τις τελευταίες δεκαετίες θεωρείται επαρκώς επιβεβαιωμένο ότι η ικανότητα να βιώνει κάποιος σε πρώτο πρόσωπο, δηλαδή να «ταυτίζεται» με τις νοητικές καταστάσεις, τις υποκειμενικές εμπειρίες ή με τα προσωπικά συναισθήματα των άλλων, είναι μια νοητική ικανότητα που εμφανίζεται πολύ νωρίς, ήδη από το δεύτερο ή τρίτο έτος της ζωής ενός παιδιού. Σύμφωνα με τον John Bowlby, κορυφαίο Βρετανό ψυχίατρο και παιδοψυχολόγο, αποφασιστικό ρόλο στην πρώιμη ανάπτυξη της ανθρώπινης ικανότητας για ενσυναίσθηση παίζει η «ψυχοσωματική προσκόλληση» του νεογέννητου στους γονείς του ή σε όποιον το φροντίζει καθημερινά.

Αλλά και από πλήθος ηθολογικών ερευνών -η Ηθολογία μελετά τις βιολογικές προϋποθέσεις και τους περιβαλλοντικούς παράγοντες της συμπεριφοράς των ζωών- επιβεβαιώνεται ότι το φαινόμενο της γονεϊκής προσκόλλησης των βρεφών αποτελεί τη βάση και την προϋπόθεση για τη μετέπειτα ανάπτυξη της ενσυναίσθησης, τόσο στα ζώα όσο και στους ανθρώπους. Για παράδειγμα, έχει διαπιστωθεί στα δελφίνια, στους ελέφαντες, σε πλήθος άλλα είδη θηλαστικών και σε όλα ανεξαιρέτως τα πρωτεύοντα. Τα ζώα αυτά, αλλά και κάποια είδη πτηνών, εκδηλώνουν μεγάλη ενσυναίσθηση για τον πόνο των άλλων, ειδικότερα αν με το ζώο που υποφέρει υπάρχει κάποια συναισθηματική προσκόλληση, π.χ. όταν γνωρίζονται από καιρό.

Κοντολογίς, τόσο στους ανθρώπους όσο και στα πιο εξελιγμένα ζώα, «χωρίς συναισθηματική προσκόλληση δεν υπάρχει ενσυναίσθηση», όπως θα υποστηρίξει με τις έρευνές του ο Boris Cyrulnik, επιφανής νευρολόγος ηθολόγος και πρώην διευθυντής του Κέντρου Ηθολογικών Ερευνών στην Τουλόν. Και όσο μεγαλύτερη είναι η συναισθηματική οικειότητα τόσο μεγαλύτερη θα είναι και η ενσυναισθητική απόκριση.

Από την άλλη, οι εκδηλώσεις της ιδιαίτερα αναπτυγμένης ανθρώπινης ικανότητας ιδιοποίησης, εξοικείωσης και ψυχονοητικής συνταύτισης με τους άλλους εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ενσυναισθητική μας ευαισθησία. Οπως το θέτει και ο διάσημος ψυχολόγος Daniel Coleman, «η ενσυναίσθηση οικοδομείται πάνω στην αυτεπίγνωση. Οσο περισσότερο ανοιχτοί είμαστε στις ίδιες μας τις συγκινήσεις τόσο περισσότερο ικανοί θα είμαστε στο να αντιληφθούμε τα συναισθήματα. (βλ. «Η συναισθηματική νοημοσύνη», εκδ. Ελληνικά Γράμματα, σελ. 148).

Πρόκειται, προφανώς, για μια ιδιαίτερη ψυχονοητική ικανότητα που θα πρέπει να σχετίζεται άμεσα με τη λειτουργική οργάνωση και τη δομική πολυπλοκότητα του νευρικού συστήματος όσων τη διαθέτουν, να εξαρτάται δηλαδή από τον εγκέφαλό τους. Ποιο είναι, όμως, το νευρωνικό ρίζωμα της ενσυναίσθησης και ποιες οι βιολογικές-κοινωνικές προϋποθέσεις αυτής της ικανότητας;
 

Ανακαλύπτοντας τον ρόλο των «νευρώνων-κατόπτρων»



Γιατί η χαρά ή η λύπη, η μεγάλη ταραχή ή η πλήξη, η επιθετικότητα ή η ηρεμία που «βλέπουμε» στα πρόσωπα και το σώμα των άλλων είναι μεταδοτικές και πώς μπορούν να επηρεάζουν βαθύτατα τη διάθεσή μας; Γιατί το χασμουρητό, το γέλιο ή το κλάμα είναι τόσο κολλητικά; Η ικανότητά μας να «συν-αισθανόμαστε» και να βιώνουμε -κυριολεκτικά σωματικά- τα αλλότρια πάθη και τις συγκινήσεις των άλλων αποτελεί την αναγκαία συνθήκη και την προϋπόθεση κάθε ανθρώπινης διαπροσωπικής σχέσης και συνεπώς ολόκληρης της κοινωνικής μας ζωής. Αν οι σύγχρονες επιστήμες του εγκεφάλου και του νου χρησιμοποιούν τον όρο «ενσυναίσθηση» για να περιγράψουν τη μη λεκτική ικανότητά μας (καθώς όλων των πρωτευόντων θηλαστικών) να αντιλαμβανόμαστε τα συναισθήματα των άλλων, τότε πού ακριβώς εδράζεται αυτή η ικανότητα;

Οπως και για κάθε άλλη νοητική μας ικανότητα, η εξήγησή της θα πρέπει, πρωτίστως, να αναζητηθεί στα περίπλοκα νευρωνικά κυκλώματα του εγκεφάλου μας. Ναι, αλλά πού ακριβώς; Και από ποιες νευροβιολογικές δομές εξαρτάται η παράδοξη ικανότητα της ενσυναίσθησης; Από πολύ καιρό ήταν γνωστό στους νευρολόγους ότι οι ασθενείς που είχαν υποστεί -ύστερα από κάποια νευρολογική πάθηση ή από τραυματισμό- σοβαρή βλάβη στον μετωπιαίο λοβό του εγκεφάλου τους εκδήλωναν, μεταξύ άλλων, και μια περίεργη δυσλειτουργία: ενώ ήταν απολύτως ικανοί να κατανοούν το σημασιολογικό περιεχόμενο των λέξεων που άκουγαν, δεν ήταν πλέον σε θέση να αναγνωρίσουν το συναισθηματικό περιεχόμενο ή τις ψυχικές «αποχρώσεις» τους, ενώ ασθενείς με βλάβη σε διαφορετικά εγκεφαλικά κέντρα έχαναν την ικανότητα όχι τόσο να κατανοούν αλλά να εκφράζουν τα συναισθήματά τους.

Βασιζόμενη στη μελέτη τέτοιων κλινικών περιπτώσεων, η επιφανής Αμερικανίδα νευρολόγος Leslie Brothers πρότεινε, το μακρινό 1979, την πρώτη κλινικά τεκμηριωμένη εξήγηση της ενσυναίσθησης. Συγκεκριμένα, υποστήριξε ότι στις εκδηλώσεις ενσυναίσθησης εμπλέκονται κυρίως το μεταιχμιακό σύστημα και η αμυγδαλή, δύο εγκεφαλικές δομές που ήταν γνωστό ότι παίζουν αποφασιστικό ρόλο για τη γέννηση και την επεξεργασία των συναισθημάτων. Ομως, έπειτα από μία δεκαετία, έγινε σαφές ότι τα πράγματα ήταν πολύ πιο σύνθετα. Και αυτή η κλινική εξήγηση της απώλειας ενσυναίσθησης, ως μιας νευρολογικής πάθησης κάποιων βαθύτερων δομών ή «κέντρων» του εγκεφάλου, αποδείχτηκε όχι απλώς ανεπαρκής, αλλά και παραπλανητική.

Αποφασιστικής σημασίας για την αποκάλυψη των πραγματικών εγκεφαλικών υποδομών που εμπλέκονται σε αυτή την ιδιαίτερη νοητική ικανότητα, δηλαδή των αναγκαίων και ικανών νευρωνικών κυκλωμάτων για την παραγωγή της ενσυναίσθησης, ήταν μια τυχαία παρατήρηση που έκαναν, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, κάποιοι άγνωστοι, τότε, Ιταλοί ερευνητές, που εργάζονταν στο Πανεπιστήμιο της Πάρμας. Κατά τη διάρκεια ενός κοινού πειράματος, οι Giacomo Rizzolati, Vittorio Gallese και Leonardo Fogassi διαπίστωσαν ότι οι πίθηκοι μακάκοι πρέπει να διέθεταν ένα εντελώς άγνωστο κύκλωμα νευρικών κυττάρων, δηλαδή κάποιους ειδικούς νευρώνες που τους επέτρεπαν να καταγράφουν και να αναγνωρίζουν τις κινήσεις ή τους ήχους των ατόμων που βρίσκονταν γύρω τους.

Τοποθετώντας μικροηλεκτρόδια στον εγκεφαλικό φλοιό των πιθήκων, οι ερευνητές αυτοί μελετούσαν το πώς αντιδρούσαν αυτά τα πειραματόζωα σε διάφορα κινητικά ερεθίσματα, π.χ. όταν έπιαναν μια ρώγα σταφύλι ή μια μπανάνα για να τη φάνε. Ομως, ένα πρωί, μπαίνοντας στο εργαστήριο, ο Leonardo Fogassi πήρε ασυναίσθητα μια ρώγα σταφύλι και την έβαλε στο στόμα του. Τότε συνέβη κάτι πολύ περίεργο: την ίδια στιγμή ενεργοποιήθηκαν κάποιοι νευρώνες στον μετωπιαίο προκινητικό φλοιό του πιθήκου που τον κοιτούσε να τρώει το σταφύλι. Με άλλα λόγια, ο δικτυωμένος στον τομογράφο εγκέφαλος του πιθήκου που κοιτούσε τον ερευνητή να τρώει το σταφύλι αντέδρασε σαν να είχε πραγματοποιήσει ο ίδιος αυτή την κίνηση!


Ολα τα ευγενή μας συναισθήματα -η συμπόνια, ο αλτρουισμός, ακόμη και ο έρωτας- σχετίζονται με την ικανότητα ενσυναίσθησης, η οποία όπως ανακάλυψε ο Giacomo Rizzolati δεν αποτελεί... ανθρώπινο προνόμιο

Από αυτή την τυχαία παρατήρηση, τα επόμενα χρόνια, ο Giacomo Rizzolati και η ομάδα του θα οικοδομήσουν την επαναστατική και ευρέως αποδεκτή θεωρία τους για τους νευρώνες-κάτοπτρα (mirror-neurons). Και τα επόμενα χρόνια αυτοί οι ερευνητές κατάφεραν, με μια σειρά από πρωτοποριακές έρευνες, να επιβεβαιώσουν την αρχική τους υποψία. Εντόπισαν δηλαδή ανατομικά και αποσαφήνισαν την ακριβή εγκεφαλική λειτουργία των περίφημων έκτοτε «νευρώνων-καθρεφτών».

Σήμερα, διαθέτουμε πλήθος εμπειρικά δεδομένα και επαρκή επιχειρήματα για το ότι στο εσωτερικό του εγκεφάλου μας -καθώς και των περισσότερων θηλαστικών ή των πτηνών- υπάρχει όντως αυτό το ειδικό δίκτυο νευρώνων που ενεργοποιείται όταν ο εγκέφαλος ανιχνεύει κάποια κινητική μεταβολή και, γενικότερα, κάθε αλλαγή δραστηριότητας που πραγματοποιείται είτε από το ίδιο το ζώο είτε από κάποιον άλλον οργανισμό. Το πώς ακριβώς σχετίζονται αυτές οι νευρωνικές δομές, ή αν πράγματι επαρκούν για να εξηγήσουμε την παρουσία αμοιβαίας κατανόησης, αλληλεγγύης και ενσυναίσθησης, θα το εξετάσουμε αναλυτικά στο επόμενο άρθρο.


Οι «νευρώνες-καθρέφτες» ονομάστηκαν έτσι επειδή ενεργοποιούνται σαν καθρέφτες στο εσωτερικό του εγκέφαλου, όταν κάνουμε εμείς οι ίδιοι ή όταν βλέπουμε να κάνουν οι άλλοι κάποια πράγματα. Ετσι, αυτοί οι νευρώνες ενεργοποιούνται όταν χασμουριόμαστε αλλά και όταν βλέπουμε κάποιον άλλον να χασμουριέται. Για πολλούς νευροεπιστήμονες και σύγχρονους ψυχολόγους τα εγκεφαλικά κυκλώματα από «νευρώνες-κάτοπτρα» είναι το κλειδί για την επιστημονική κατανόηση της ενσυναίσθησης, της ψυχολογικής ταύτισης, της αλληλεγγύης με τους άλλους.

Γι’ αυτό και ένας κορυφαίος νευροεπιστήμονας όπως ο V.R. Ramachandran θα δηλώσει απερίφραστα ότι: «Οι νευρώνες-κάτοπτρα θα αποδειχτούν για την ψυχολογία ό,τι ήταν η ανακάλυψη του DNA για τη βιολογία: το πλαίσιο εντός του οποίου μπορούμε να εξηγήσουμε μια σειρά από νοητικές ικανότητες που μέχρι σήμερα παρέμεναν μυστηριώδεις και μη προσπελάσιμες πειραματικά».

6 άρθρα φιλοξενήσαμε μέχρι τώρα για τον πρωταγωνιστικό ρόλο του «εγκληματικού εγκεφάλου» στη σύγχρονη εγκληματολογία και για τη ζωτική ανάγκη μιας σαφούς διάκρισης των «κοινωνικών» από τους «βιολογικούς» παράγοντες της ανθρώπινης εγκληματικότητας. Ετσι, χρειάζεται, ως αντίβαρο, να εξετάσουμε πώς η επιστημονική σκέψη διαφωτίζει την ανθρώπινη «ενσυναίσθηση» και την «αλληλεγγύη». Οπως όλα δείχνουν, ο εγκέφαλος χάρη στα διάφορα νευρωνικά του μικροκυκλώματα-καθρέφτες αποτελεί τη θεατρική σκηνή πάνω στην οποία παίζεται η παράσταση κάθε ανθρώπινης σκέψης και συμπεριφοράς. Και, όπως θα δούμε, η ενσυναίσθηση δεν είναι παρά μια «πράξη» αυτής της πολύπλοκης παράστασης

https://www.efsyn.gr/epistimi/mihanes-toy-noy/412930_i-mihani-idiopoiisis-allotrion-pathon

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το blog TEO O ΜΑΣΤΟΡΑΣ ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει σχετικά σε άρθρα που αναδημοσιεύονται από διάφορα ιστολόγια. Δημοσιεύονται όλα για την δική σας ενημέρωση.